Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2015

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ - ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΚΡΟΑΣΗΣ

ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΚΡΟΑΣΗΣ

Από έρευνες που έχουν γίνει σε διάφορα Πανεπιστήμια, έχει διαπιστωθεί ότι ο άνθρωπος από το συνολικό χρόνο που καταναλώνει για την επικοινωνία του με τους άλλους, διαθέτει το 30% στις ομιλίες, το 9% στο γράψιμο, το 45% στις ακροάσεις και το 16% στη μελέτη. ∆ηλαδή, κατά 39% γίνεται πομπός και 61% δέκτης. Αυτές βέβαια οι ποσοστιαίες αναλογίες είναι σχετικές, επειδή ποικίλλουν ανάλογα με την ιδιότητα του ατόμου, π.χ. ένας σπουδαστής καταναλώνει για ακρόαση και μελέτη περισσότερο χρόνο από το μέσο άνθρωπο. Αλλά όσο και να μεταβληθούν, η ακρόαση και η μελέτη βρίσκονται στην πρώτη θέση και είναι τα συχνότερα χρησιμοποιούμενα μέσα επικοινωνίας. Να καταλαβαίνει όμως κάποιος και να συγκρατεί όλα αυτά που παρακολούθησε ή μελέτησε, δεν είναι θείο δώρο. Αυτό είναι κυρίως αποτέλεσμα προσπάθειας και συνεχούς άσκησης του ακροατή ή του αναγνώστη.

Με την ανάλυση που ακολουθεί επιδιώκεται ο κάθε σπουδαστής να καταλάβει ορισμένες μεθόδους τεχνικής ακρόασης και μελέτης, που θα τον βοηθήσουν για να βελτιωθεί σε αυτούς τους δύο βασικούς τομείς της επικοινωνίας.

Έννοια της Ακρόασης

Ο άνθρωπος ακούει χωρίς να καταβάλλει προσπάθεια, όταν ηχητικά κύματα φτάνουν στα αυτιά του. Αυτό όμως δε σημαίνει αποτελεσματική ακρόαση, διότι πολλές φορές οι άνθρωποι ακούν παθητικά και δεν καταλαβαίνουν τις ακουστικές εκπομπές που γίνονται γύρω τους, ή τις ξεχνούν μετά από λίγο χρονικό διάστημα. Όλοι σχεδόν έχουν βρεθεί σε κάποια αμηχανία, όταν δεν μπορούν να θυμηθούν το όνομα ενός ανθρώπου, που πρόσφατα τους τον είχαν συστήσει. Στις περιπτώσεις αυτές λέμε, ότι ο άνθρωπος δεν ακούει αποτελεσματικά.

Η αποτελεσματική ακρόαση επομένως, χρειάζεται κάτι παραπάνω από το απλό άκουσμα. Ο ακροατής πρέπει να καταλαβαίνει και να συγκρατεί αυτά που ακούει κατά τη διάρκεια μιας επικοινωνίας. Για να επιτύχει τα παραπάνω, πρέπει να έχει συγκεντρωμένο το νου του σ ́ αυτό που ακούει. Απ’ όλα αυτά προκύπτει, ότι «Ακρόαση είναι η ικανότητα του ανθρώπου να καταλαβαίνει και να συγκρατεί αυτά που ακούει σε μια προφορική επικοινωνία».

Υπεύθυνοι Αποτελεσματικής Ακρόασης

Η ακρόαση όπως και κάθε ικανότητα, μπορεί να
αποκτηθεί και να βελτιωθεί. Συχνά όμως παραμελείται η σπουδαιότητα της, επειδή αυτοί που είναι υπεύθυνοι για την αποτελεσματική ακρόαση δεν αναλαμβάνουν το ποσοστό της ευθύνης τους στη διαδικασία της επικοινωνίας. Υπεύθυνοι δε για την αποτελεσματική ακρόαση, όπως και για την αποτελεσματική επικοινωνία είναι τόσο ο πομπός όσο και ο δέκτης. Κατά συνέπεια, για μια επιτυχή ακρόαση, υπεύθυνοι δεν μπορεί να είναι μόνο οι ομιλητές, αλλά ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό και οι ακροατές.

Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η επιτυχία ή η αποτυχία μιας επικοινωνίας εξαρτάται αποκλειστικά από τον ομιλητή. Το σωστό είναι ότι και ο ομιλητής και ο ακροατής συμβάλλουν στην επιτυχία ή ευθύνονται για την αποτυχία της ακρόασης. Πολλοί κακοί ακροατές παρόλα αυτά δεν παραδέχονται τη δική τους ευθύνη και φορτώνουν όλο το βάρος του έργου της επικοινωνίας στον ομιλητή. Ο ακροατής π.χ. που ονειροπολεί ή κοιμάται κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας, προβάλει δικαιολογίες και ισχυρίζεται πως ο ομιλητής ήταν ανιαρός και ανίκανος για να προκαλέσει το ενδιαφέρον. Ο ακροατής επίσης που δεν κατόρθωσε να επισημάνει και να καταλάβει τις κύριες ιδέες μιας ομιλίας, ισχυρίζεται πως ήταν κακός ο τρόπος ανάπτυξης της ομιλίας από τον ομιλητή. Αυτές και άλλες παρόμοιες στάσεις που παίρνουν πολλοί ακροατές στις περισσότερες περιπτώσεις είναι απλώς δικαιολογίες για την ελαττωμένη προσοχή που δίνουν στην ομιλία. Βέβαια ο ομιλητής, είναι το κέντρο της διαδικασίας επικοινωνίας και αυτός έχει την ευθύνη της κατεύθυνσης της. Αλλά δεν πρέπει να θεωρείται αποκλειστικά υπεύθυνος, επειδή μερικά μέλη του ακροατηρίου δεν ακούν με συγκεντρωμένη τη προσοχή τους.

Η σωστή επικοινωνία εξαρτάται από τη συνεργασία ομιλητή και ακροατή. Πολλές φορές μάλιστα, ο ακροατής θα χρειαστεί να καταβάλλει κόπο και προσπάθεια για να καταλάβει εκείνο που ακούει, διότι η συγκέντρωση της προσοχής δεν είναι χάρισμα, αλλά αποκτάται με αυτοπειθαρχία και πρακτική εξάσκηση. Όπως ο ομιλητής πρέπει να γνωρίζει την τεχνική παρουσίασης μιας ομιλίας και να εξασκείται σε αυτή, το ίδιο ισχύει και για τον ακροατή. Για να γίνει επομένως κάποιος καλός ακροατής, πρέπει να γνωρίζει την τεχνική της ακρόασης και να την εφαρμόζει συνέχεια. Η τεχνική αυτή απαιτεί την εφαρμογή ορισμένων μεθόδων, που βοηθούν στην αποτελεσματική ακρόαση.

Μέθοδοι Αποτελεσματικής Ακρόασης

Αυτές είναι δοκιμασμένα μυστικά, με τα οποία ο καθένας μπορεί να βελτιώσει τηνικανότητα του στην ακρόαση. Κυριότερες από τις μεθόδους αυτές είναι η Προετοιμασία, η Αναζήτηση Κύριων Ιδεών, η Εκμετάλλευση των Πνευματικών Ικανοτήτων και η Τήρηση Σημειώσεων.

1. Προετοιμασία: Πριν από οποιαδήποτε ακρόαση, ο ακροατής πρέπει να έχει προετοιμαστεί. Η προετοιμασία του αυτή χωρίζεται σε φυσική, πνευματική και Ψυχολογική.

α. Φυσική Προετοιμασία: Στο στάδιο αυτό, ο μαθητής πρέπει να μπει έγκαιρα

στην τάξη, να πάρει τη θέση του, να απομακρύνει ότι είναι δυνατό να αποσπάσει τη προσοχή του, να ετοιμαστεί για την τήρηση σημειώσεων εάν χρειάζεται και έτσι θα είναι σε θέση να παρακολουθήσει τον ομιλητή από την αρχή της ομιλίας του. Θυμηθείτε ότι μία «καλή αρχή είναι το ήμισυ του παντός».


β. Πνευματική Προετοιμασία: Πριν από τη φυσική προετοιμασία, πρέπει να γίνει και η πνευματική. Συχνά οι ομιλητές βρίσκονται μπροστά σε ένα ακροατήριο που τους αντιμετωπίζει με στάση αρνητική ή εγωιστική και πιστεύει πως οι γνώσεις μπορεί να μπουν μέσα στο κεφάλι του καθένα, μόνο με την προσπάθεια του ομιλητή, κάνοντας τη σκέψη «εδώ είμαι εγώ, αν μπορείς εσύ και είσαι ικανός, έλα να μου τα μάθεις».

Οι ακροατές που τηρούν αυτή τη στάση, δε θα μπορέσουν ποτέ να επωφεληθούν πλήρως από μια ομιλία. Ο καλός ακροατής πρέπει να έχει την πεποίθηση, πως κάτι σπουδαίο θα ακούσει από τον ομιλητή και στη συνέχεια να έχει και τη διάθεση να κατανοήσει αυτά που άκουσε. Τότε θα έχει αναλάβει το δικό του μερίδιο ευθύνης στη διαδικασία της επικοινωνίας. Με τα παραπάνω δεδομένα, αρχίζει την πνευματική προετοιμασία.

Αρχικά κάνει μια ανασκόπηση των δικών του γνώσεων πάνω στο θέμα και μετά προχωρεί σε μια προσπάθεια για να φανταστεί αυτά που θα πει ο ομιλητής. Στη συνέχεια βρίσκει και διαβάζει υλικό σχετικό με το θέμα της ομιλίας και αποκτά όσο το δυνατό περισσότερες γνώσεις γι’ αυτό. Έτσι πηγαίνει στο χώρο της ομιλίας πνευματικά έτοιμος, για να επικοινωνήσει αποτελεσματικά με τον ομιλητή. Τέλος, στο στάδιο αυτό, ο ακροατής ετοιμάζει ένα κατάλογο ερωτημάτων στα οποία θα ζητήσει απάντηση από τον ομιλητή. Τα ερωτήματα αυτά θα κάνουν την ομιλία πιο ενδιαφέρουσα.

γ. Ψυχολογική Προετοιμασία: Μαζί με την πνευματική πρέπει να γίνεται και η ψυχολογική προετοιμασία του ακροατή. Ο ακροατής δεν πρέπει ν’ αφήνει να αναπτύσσονται συναισθηματικά εμπόδια ανάμεσα σ’ αυτόν και τον ομιλητή. Συχνά αντιπαθούμε ένα ομιλητή από τις πεποιθήσεις του, το λεκτικό του, τις χειρονομίες του, τον τόνο, την ένταση της φωνής του κλπ. Ο ακροατής θα πρέπει να προσπαθήσει να εντοπίσει αυτό που τον ενοχλεί από τον ομιλητή και στη συνέχεια να αναλύσει τις αιτίες της δικής του αρνητικής στάσης. Με τον τρόπο αυτό, θα κατορθώσει να ελαττώσει σε σημαντικό βαθμό την κακή επίδραση του ομιλητή.

2. Ανάληψη Ευθύνης: Όπως έχει τονιστεί, η ακρόαση είναι μια αμφίπλευρη διαδικασία. Για να επέλθει επικοινωνία πρέπει να βοηθήσουν και τα δύο μέλη, τόσο ο ομιλητής όσο και ο ακροατής. Ο ακροατής που αναλαμβάνει την ευθύνη για την ακρόαση, βοηθά τον ομιλητή στην προσπάθεια του να αποδείξει ή να εξηγήσει κάτι. Αν π.χ. ο ομιλητής προσπαθήσει να αποδείξει την αλήθεια μιας πρότασης, ο ακροατής μπορεί να τον βοηθήσει αντλώντας από την εμπειρία του ένα παράδειγμα. Τα παραπάνω όμως δε σημαίνουν, ότι ο ακροατής δέχεται αυτά που λέει ο ομιλητής χωρίς καμιά αντίρρηση. Αντίθετα, είναι υποχρεωμένος να ασκεί κριτική. Η κριτική όμως πρέπει να γίνεται πάντοτε στο τέλος της ομιλίας. Ο συνετός ακροατής, κατά τη διάρκεια της ομιλίας, αναλύει τις ιδέες που ακούει, αλλά δε φτάνει ποτέ σε νοερή αντιλογία με τον ομιλητή. Προσπαθεί να κατανοήσει αυτά που λέει ο ομιλητής και να συγκεντρώσει αρκετά στοιχεία, για να τα αξιολογήσει σωστά στο τέλος της ομιλίας.

3. Αναζήτηση Κύριων Ιδεών: Ένας καλός ακροατής πρέπει ν’ ανακαλύπτει, να συγκρατεί τις ιδέες μιας ομιλίας και να μην ασχολείται υπερβολικά με λεπτομέρειες. Αυτό μπορεί να το πετύχει, αν αντιληφθεί τη μέθοδο με την οποία ο ομιλητής έχει οργανώσει την ύλη του, οι οποίες είναι η Παραγωγική και η Επαγωγική. Με την Παραγωγική μέθοδο ο ομιλητής εκθέτει πρώτα μια γενική ιδέα και στη συνέχεια την υποστηρίζει, ενώ με την Επαγωγική παραθέτει πρώτα μια σειρά από στοιχεία και μετά εξάγει από αυτά την κύρια ιδέα. Και οι δύο μέθοδοι είναι αποδοτικές και χρησιμοποιούνται συχνά στην προφορική επικοινωνία. Όταν ο ακροατής ακούει με μεθοδικότητα και συγκεντρώνει την προσοχή του στις κύριες ιδέες θα κατανοήσει το αντικείμενο καλύτερα. Ακόμη, μπορεί να επωφεληθεί από την έρευνα, την πείρα και τον τρόπο σκέψης των ομιλητών, που έχουν γνώσεις πάνω σε μεγάλη ποικιλία θεμάτων και γνωρίζουν τον τρόπο που πρέπει να αναπτύσσονται.

4. Εκμετάλλευση Πνευματικών Ικανοτήτων: Οι άνθρωποι μιλούν με διαφορετική ταχύτητα από αυτήν που σκέπτονται. Η ταχύτητα σκέψης είναι πολύ μεγαλύτερη από την ταχύτητα με την οποία μπορεί να εκφράσει τις ιδέες του ένας φυσιολογικός ομιλητής. Ο μέσος ομιλητής μιλά με ταχύτητα περίπου 100 μέχρι 125 λέξεις το λεπτό, ενώ ο μέσος ακροατής μπορεί να σκεφτεί με ταχύτητα περίπου 400 μέχρι 500 λέξεις το λεπτό. Επομένως, ο ακροατής έχει τη δυνατότητα να ακούσει και να σκεφτεί αυτά που του λέει ο ομιλητής και στη συνέχεια να περιμένει για πολύ χρονικό διάστημα, τετραπλάσιο σχεδόν από αυτό που άκουσε, μέχρι ν ακούσει τα επόμενα λόγια του ομιλητή. Αυτός ο κενός χρόνος που οφείλεται στη διαφορά της ταχύτητας σκέψης και ομιλίας, έχει θετικά και αρνητικά αποτελέσματα. Τα αρνητικά αποτελέσματα, είναι ότι στο χρόνο αυτό, ξεφεύγει το μυαλό από την ομιλία. Αντίθετα τα θετικά αποτελέσματα
είναι ότι ο ακροατής μπορεί νοερά να επαναλαμβάνει, να προβλέπει, να ανακεφαλαιώνει και να συντάσσει με δικά του λόγια τα σχόλια του ομιλητή.
Όλα αυτά βελτιώνουν τη γνώση και κάνουν ευκολότερη τη συγκράτηση του περιεχομένου της ομιλίας.


5. Τήρηση Σημειώσεων: Επειδή ο άνθρωπος σκέπτεται με ταχύτητα μεγαλύτερη από αυτή που μιλάει, υπάρχουν πολλές πιθανότητες, όπως έχει προαναφερθεί, να αφήσει το μυαλό του ελεύθερο και να ξεφύγει από το θέμα του ομιλητή. Ένας τρόπος για να αποφευχθεί αυτή η πιθανότητα είναι κατά τη διάρκεια της ομιλίας να τηρεί σημειώσεις. Γράφοντας αυτές, καλύπτει τον κενό χρόνο που υπάρχει μεταξύ της ομιλίας και της σκέψης και έτσι δεν αφαιρείται. Επιπλέον ο ακροατής, όταν τηρεί σημειώσεις, βλέπει συνεχώς μπροστά του γραμμένα με τη σειρά, αυτά που λέει ο ομιλητής και σύμφωνα με αυτά, μπορεί να καθοδηγεί τη σκέψη του και να προβλέπει εκείνα που θα ακούσει στη συνέχεια. Τέλος, οι σημειώσεις αποτελούν σπουδαίο βοήθημα του ακροατή για μελλοντική μελέτη, όταν μάλιστα τις τηρεί σύμφωνα με αυτά που αναλύονται παρακάτω. Το βοήθημα αυτό μειώνει παρά πολύ το χρόνο μελέτης και γι’ αυτό είναι πολύ αναγκαίο στην περίοδο κυρίως των εξετάσεων, που ο σπουδαστής δεν έχει αρκετό χρόνο για να μελετήσει όλη την ύλη που έχει διδαχθεί.

Μεταξύ των πολλών τεχνικών που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο ακροατής για την τήρηση των σημειώσεων, δύο είναι περισσότερο γνωστές, που χρησιμοποιούνται από όλους σχεδόν τους επιδέξιους ακροατές. Σύμφωνα με την πρώτη τεχνική, ο ακροατής γράφει τις κύριες ιδέες και κάτω από κάθε μια από αυτές σημειώνει τις σημαντικότερες δευτερεύουσες που στηρίζουν και διασαφηνίζουν την κύρια ιδέα.

Σύμφωνα με τη δεύτερη τεχνική, ο ακροατής γράφει τις σημειώσεις του σε κατακόρυφες στήλες πάνω σε δύο διαφορετικά φύλλα χαρτιού, το ένα έχει τίτλο «αρχές» και το άλλο «γεγονότα». Βέβαια η τήρηση των σημειώσεων, δε σημαίνει ότι ο ακροατής δεσμεύεται και
πρέπει να ασχοληθεί με το οργανωτικό πλαίσιο της ομιλίας. Η καταγραφή των κύριων ιδεών του ομιλητή και των σημαντικών γεγονότων που τις υποστηρίζουν, είναι χρησιμότερη από το οργανωτικό πλαίσιο της ομιλίας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση που ο ομιλητής δεν έχει οργανώσει καλά την ύλη του. Σε αυτή την περίπτωση, αν ο ακροατής προσπαθήσει να συλλάβει την οργανωτική δομή της ομιλίας, θα πέσει θύμα της κακής οργάνωσης του ομιλητή.

Απ’ όλα τα παραπάνω προκύπτει, ότι η τεχνική της τήρησης σημειώσεων εξαρτάται από την πείρα και την εξάσκηση του ακροατή, δεν είναι μια μηχανική εργασία όπου γράφουμε ότι ακούμε. Είναι μια γρήγορη νοητή επεξεργασία αυτών που λέει ο ομιλητής και καταγραφή των κύριων ιδεών και των σημαντικών γεγονότων που τις υποστηρίζουν. Για να γίνουν αυτά, η τεχνική τήρησης σημειώσεων απαιτεί:

• Έγκυρη προσέλευση και προετοιμασία του ακροατή στην αίθουσα.

• Καταγραφή των κύριων ιδεών και των σημαντικών γεγονότων που τις υποστηρίζουν ή καταγραφή των σημειώσεων σε κατακόρυφες στήλες πάνω σε δύο διαφορετικά χαρτιά που έχουν τίτλο «αρχές» και «γεγονότα».

• Εντοπισμό των μεταπτώσεων.

• ∆ιαφορετικά φύλλα χαρτιού για κάθε διάλεξη.

• Γράψιμο του χαρτιού από τη μία μόνο πλευρά.

• Χώρο στα περιθώρια του κάθε χαρτιού.

• Γράψιμο με διαφορετικά χρώματα.

• Χρήση συντμήσεων και λέξεων «κλειδιά».

• Να μην ασχολείται ο ακροατής με την οργανωτική δομή της ομιλίας.

• Πείρα και εξάσκηση του ακροατή.

Οι σημειώσεις πρέπει να είναι όσο το δυνατό συντομότερες, αλλά ταυτόχρονα να περιέχουν αρκετές λεπτομέρειες που βοηθούν τον ακροατή να θυμηθεί τις ιδέες του ομιλητή. Πρέπει να περιέχουν το σκοπό που διατυπώθηκε κατά την ομιλία, τα κύρια σημεία της ομιλίας, τις ιδέες του ομιλητή και αρκετό από το υλικό πάνω στο οποίο στηρίζονται, ώστε να μπορεί ο ακροατής να καταλαβαίνει τις απόψεις του ομιλητή. Από τις δευτερεύουσες ιδέες περιέχουν αυτές μόνο που στηρίζουν και διασαφηνίζουν την κύρια ιδέα.

Σε πολλές περιπτώσεις, αν και δεν πρέπει οι σημειώσεις να περιέχουν αρκετές λεπτομέρειες, θα πρέπει να γράφονται ορισμοί και λέξεις «κλειδιά», όπως ακριβώς τα είπε ο ομιλητής. Με λίγα λόγια, το περιεχόμενο των σημειώσεων θα πρέπει να είναι κάτι παραπάνω από το περίγραμμα της ομιλίας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια ανάλυση των επικεφαλίδων. Με τη μορφή αυτή και με την τελική επεξεργασία που πρέπει να γίνει μετά την ομιλία, οι σημειώσεις θα εξυπηρετήσουν όλους τους σκοπούς για τους οποίους τηρούνται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: