Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012

H Σχολή Ικάρων στο αεροδρόμιο του Άργους στον πόλεμο του 1940


Το αεροδρόμιο του Άργους, όπως αναφέρεται στην πολεμική ιστοριογραφία στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940, συνέβαλε τα μέγιστα στη διατήρηση της ελληνικής αεροπορίας ως πολεμικής μηχανής, ωστόσο αποτελεί βαρύνουσας ιστορικής και πολιτικής αξίας, ιδωμένο μέσα από το  πρίσμα της ηθικής αναπτέρωσης και τόνωσης των νέων ικάρων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο αεροδρόμιο του Άργους στο νέο εκπαιδευτικό κέντρο ιπταμένων, όπου συνέχισαν την εκπαίδευσή τους πυρετωδώς, για να αναδειχτούν ολοκληρωμένοι  και πλήρως  εκπαιδευμένοι ιπτάμενοι αξιωματικοί. 

Το κείμενο που ακολουθεί αποτυπώνει με ακρίβεια και στερεή τεκμηρίωση την ιστορική περίοδο, κατά την οποία επιτυγχάνεται η απήχηση της αποδοχής των Αργείων στους νέους ικάρους, οι οποίοι με τα αεροπλάνα τους κατέκλυσαν τον αργολικό ουρανό. 

Το πρώτο αεροδρόμιο του Άργους (νότια του Κουτσοποδίου) υπήρξε το 1916-1917 το επίκεντρο χρήσης των πρώτων Ελλήνων αεροπόρων των Καμπερού και Μητούση, όπου εκτελέστηκαν οι πρώτες πτήσεις με μαθητές που φοίτησαν στη Σχολή Καμπέρου. 

Στον πόλεμο του 1940 επιλέγεται από το Υπουργείο των Στρατιωτικών ως καταλληλότερο για την εκπαίδευση των ικάρων. Το αεροδρόμιο ευρίσκετο σε ομαλή πεδιάδα, κλεισμένη από βόρεια με βουνά, όπου υπάρχουν χαρακτηριστικά ανοίγματα κατάλληλα για την προσέγγιση των αεροσκαφών. Οι νότιοι άνεμοι είναι χαμηλής έντασης δίχως βίαιους πλάγιους ανέμους ή κάθετους , ώστε  να εμποδίζουν ή να καθιστούν επικίνδυνες τις προσγειώσεις ή απογειώσεις αεροσκαφών. Λόγω του ανοίγματος της πεδιάδας προς τη θάλασσα, οι νότιοι ή οι βόρειοι άνεμοι παρασύρουν τις χαμηλές  νεφώσεις. 

Έτσι, η ευρύτερη περιοχή καθίσταται κατάλληλος χώρος πτήσεως δίχως εμπόδια στην ορατότητα. Γενικά, το αεροδρόμιο δεν έκρυβε κινδύνους για τους νέους αεροπόρους. Βεβαίως, υπήρχαν ελλείψεις και ο έλεγχος  της εναέριας κυκλοφορίας είχε υποτυπώδη οργάνωση. Ως στρατηγικό δε σημείο της Νότιας Ελλάδας το Αεροδρόμιο αποτέλεσε σημείο αναφοράς και οργάνωσης των αεροπορικών δυνάμεων. 

Η σχολή Ικάρων στο Άργος στον πόλεμο του 1940 

  Συμπληρώθηκε περίπου ένας μήνας από την εισαγωγή των μαθητών της 10ης σειράς των Ικάρων από τις 15 Σεπτεμβρίου του 1940 και πριν ξεκινήσουν τις πρώτες πτήσεις, η φασιστική Ιταλία άρχισε κατά της Ελλάδας απειλές, παραβιάζοντας συνεχώς κατά τρόπο προκλητικό τον εναέριο χώρο της. 

Η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία αναγκάσθηκε να λάβει μέτρα άμυνας και πολεμικής προετοιμασίας. Έτσι, διέταξε την αραίωση των αεροπλάνων της διά της μετακινήσεώς των στα προβλεπόμενα αεροδρόμια, από τα οποία θα ήταν δυνατή η δράση αλλά και η εξασφάλιση μιας ενδεχόμενης αιφνιδιαστικής προσβολής. 

Στα πλαίσια αυτά επιβαλλόταν η προετοιμασία μετακίνησης της Σχολής Ικάρων σε άλλο αεροδρόμιο. Ως τέτοιο αεροδρόμιο ορίστηκε, από τα υπάρχοντα σχέδια, το αεροδρόμιο του Άργους. Η φοίτηση στη Σχολή ήταν τριετής. Οι τελειόφοιτοι της όγδοης σειράς είχαν σχεδόν ολοκληρώσει την πτητική τους εκπαίδευση και στα μέσα Νοεμβρίου ονομάζονταν Ανθυποσμηναγοί, έτοιμοι να επανδρώσουν τις Μοίρες καταδιωκτικών αεροσκαφών Ρ.Ζ.L. P 24 G και βομβαρδιστικών POTEZ-63, BLENHEIMS, FAIREY-BATTLE, ώστε να τιμήσουν τις υποχρεώσεις τους, κατά τον καλύτερο τρόπο, σε όλους τους εθνικούς αγώνες. Οι δευτεροετείς – ένατη σειρά – απαιτούνταν να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους και βεβαίως δεν ήταν έτοιμοι να δώσουν τον υπέρ πάντων αγώνα, διότι αντιλαμβάνονταν ότι η εκπαίδευση τους δεν ήταν επαρκής, για να λάβουν δράση σε πολεμικές επιχειρήσεις. Έτσι, περίμεναν τη μεταφορά της  στο Άργος όπως τους το ανακοίνωσαν, για ολοκληρωθεί η εκπαίδευσή τους και  να γίνουν ετοιμοπόλεμοι αεροπόροι. Οι δε πρωτοετείς – δέκατη σειρά – δύσκολα μπορούσαν να εκτιμήσουν τις συνέπειες και τη μετακίνηση της Σχολής σε άλλο αεροδρόμιο με τα τεράστια προβλήματα μιας τέτοιας επιλογής. 

Η μεταφορά της Σχολής  στο Άργος έγινε με όλα τα μέσα συγκοινωνίας. Η εγκατάσταση του προσωπικού, γραφείων, υπηρεσιών, συνεργείων, αποθηκών έγινε σε σχολεία, σπίτια, δημόσια κτίρια. Το Διοικητήριο εγκαταστάθηκε στο τότε δημοτικό σχολείο Άργους. Η γύρω περιοχή κατακλύστηκε από τα υλικά της Σχολής, αναγκαία για την εκπαίδευση. 

Θυμάται ο αντιπτέραρχος ε.α. Γεώργιος Τσιτσόγλου της 10ης σειράς Σχολής Ικάρων: 

«Ως πρωτοετής μπήκα στη Σχολή Ικάρων-Σχολή Αεροπορίας- το Σεπτέμβριο του ΄40 και πριν οι Ιταλοί χτυπήσουν το αεροδρόμιο του Τατοΐου, μετακινηθήκαμε στο αεροδρόμιο του Άργους. Εκεί κατακλύσαμε διάφορα κτίρια της γύρω περιοχής. Αρχίσαμε τις πτήσεις ως μαθητές πρωτοετείς κάτω από δύσκολες συνθήκες. Όταν κατέρρευσε το Μέτωπο, φύγαμε για την Κρήτη. Σχεδόν είχαμε ολοκληρώσει την πτητική μας εκπαίδευση. 

Στις 21 και 22 Μαΐου- δε θυμάμαι καλά- μπήκαμε σ’ ένα βαπόρι εγγλέζικο και φύγαμε για το Πορτ Σαντ. Οι Γερμανοί  μας χτυπήσανε  στο δρόμο ανεπιτυχώς. Εμείς ήμασταν με τα σωσίβια πάνω στο κατάστρωμα, έτοιμοι να πέσομε στη θάλασσα, αλλά ευτυχώς δεν χρειάστηκε. Δεν προλάβαμε την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης  δευτέρου και τρίτου έτους, πήγαμε στη Νότια Ροδεσία, τη σημερινή Ζιμπάμπουε. Ξεκινήσαμε εκπαίδευση με Τiger Moth και μετά με τα Harrard. Όταν τελειώσαμε με αυτά, πήγαμε στην προκεχωρημένη ζώνη να γίνουμε πλέον μάχιμοι. Άλλοι πήγανε στα Oxford κι άλλοι στα Hurricane, τα καταδιωκτικά». 

Διοικητής του εκπαιδευτικού Κέντρου ιπταμένων ήταν ο Σμήναρχος Γ. Φαλκονάκης. Οι πτήσεις άρχιζαν εντατικά περί το τέλος Νοεμβρίου, σ΄ ένα αεροδρόμιο με μεγάλες ελλείψεις. Ουσιαστικά, ήταν ένα ισοπεδωμένο χωράφι. Η βελτίωση των εγκαταστάσεων ήταν δύσκολη, είτε γιατί δεν υπήρχαν κατάλληλοι δρόμοι, είτε γιατί έλειπαν μεταφορικά μέσα. Μακριά από ανέσεις και ευκολίες η νέα εγκατάσταση έφερνε μεγάλες δυσκολίες και οι ελλείψεις οι οποίες  ήταν φυσικές , επηρέαζαν εν μέρει τη ζωή και την εκπαίδευση των νέων αεροπόρων. 

Όμως, το ηθικό και η αντοχή των μαθητών και των εκπαιδευτών υπερκάλυπτε τα κενά και τις ελλείψεις που δημιούργησε η νέα εγκατάστασή τους. Η εκπαίδευση- πτητική και θεωρητική- προχώρησε με γοργούς ρυθμούς και προς το τέλος Μαρτίου ολοκληρώθηκε  η εκπαίδευση μεγάλου αριθμού εκπαιδευομένων. 

Το επιτελούμενο έργο για την παραγωγή νέων αεροπόρων ήταν τεράστιο και ποιοτικό. Ο φόρτος εργασίας δεν πτοούσε κανέναν, αν και οι εκπαιδευτές ήταν λίγοι και οι μαθητές πολλοί. Τα αεροπλάνα «αβρο-γιούτορ» πετούσαν συνεχώς. Ο κάθε εκπαιδευτής είχε χρεωθεί έναν αριθμό μαθητών και όφειλε να τους ετοιμάσει, να τους μάθει την πτητική τέχνη με όλες τις ασκήσεις. 


Ο ουρανός της Αργολικής γης έσφυζε κυριολεκτικά από τα εκπαιδευτικά αεροπλάνα και η ευρύτερη περιοχή δονούνταν από το θόρυβο των κινητήρων. Επρόκειτο για πυκνή αεροπορική δραστηριότητα των νέων αεροπόρων, οι οποίοι στο βάθος χρόνου έθεταν τα θεμέλια της νέας αεροπορίας σ’ ένα χώρο κατάλληλο για πτητική δραστηριότητα. Στον ίδιο χώρο το 1917 οι πρώτοι Έλληνες αεροπόροι δοκίμαζαν τα «ΦΑΡΜΑΝ» , ανοίγοντας ελπίδες στους ελληνικούς ουρανούς, θέτοντας τα θεμέλια για την έναρξη της χρησιμότητας των αεροπλάνων ως μέσου προστασίας και διαφύλαξης του πάτριου εδάφους. Η Αργολική γη άνοιξε τις πύλες στους πρώτους αεροπόρους των «ΦΑΡΜΑΝ», από τα οποία κτίστηκε στα επόμενα χρόνια  η νέα αεροπορία.  Το δεύτερο μήνα λειτουργίας του εκπαιδευτικοί κέντρου ιπταμένων, τοποθετήθηκαν στο Άργος νέοι αξιωματικοί έμπειροι ιπτάμενοι, αφού έκλεισαν τον κύκλο τους σε προκεχωρημένες μονάδες στα POTEZ-63  (31η Μοίρα βομβαρδισμού). Οι νέοι εκπαιδευτές ήταν αξιωματικοί ικανοί και δυναμικοί και άρχισαν αμέσως την οργάνωση και τη συγκέντρωση  των διάσπαρτων επιστασιών, αφού από την αρχή της εγκατάστασής τους είχαν απλωθεί διάσπαρτα σχεδόν  σ’ όλη την πεδιάδα. Συγκέντρωσαν αρχικά τα καταλύματα  κοντά στο αεροδρόμιο και στη συνέχεια, αφού περιόρισαν το πρόβλημα της διασποράς του προσωπικού που είχε απλωθεί στα Φίχτια, στις Μυκήνες, στο Κουτσοπόδι και στο Άργος, συγκέντρωσαν τα διάφορα υποστηρικτικά υλικά σε κτίρια προσβάσιμα. Έτσι, διευκολύνθηκε κατά κάποιο τρόπο  το επιτελούμενο εκπαιδευτικό έργο τους. 


Το νέο αεροδρόμιο του Άργους σχεδόν ήταν τετράγωνο. Παρ’ ότι δεν είχε όλες τις διευκολύνσεις, υπήρξε το καταλληλότερο για τους μαθητές της εποχής. Οι νέοι αεροπόροι μαθητές  είχαν την ευκαιρία να ασκηθούν στην πτήση στην ευρύτερη νότια περιοχή προς τη θάλασσα και τη ΒΑ πλευρά. Τα αναγνωρίσιμα σημεία επιστροφής ήταν ορατά, χρήσιμα για κάθε μαθητή, κυρίως στο αρχικό στάδιο πτήσης. Εύκολος προσανατολισμός, ευρύτητα επίπεδης περιοχής. Έτσι, οι εκπαιδευτές μπορούσαν να παρακολουθήσουν βήμα προς βήμα την πρόοδο των νεοσσών αεροπόρων. 

Οι εκπαιδευτές παρακολουθούσαν από κοντά την πτήση του κάθε μαθητή. Γνώρισαν βεβαίως τις δυσκολίες και τους κινδύνους και ήταν αμετακίνητοι στο θέμα  της εφαρμογής των κανόνων πτήσης. Ζούσαν την αγωνία και τη συγκίνηση του μαθητή, αφού οι περιστάσεις το απαιτούσαν. Γενικά, το νέο αεροδρόμιο δεν έκρυβε πολλούς κινδύνους, παρ’ ότι υπήρχαν σοβαρές ελλείψεις σε βοηθήματα. Ο έλεγχος της εναέριας κυκλοφορίας είχε υποτυπώδη οργάνωση. Ένα ανεμούριο καθόριζε  τη χρήση του διαδρόμου και βεβαίως ήταν εύκολο να δημιουργηθούν συνθήκες σύγχυσης, κατά την απογείωση, ή προσγείωση των αεροπλάνων. 

Αν ληφθεί υπόψη η κόπωση των εκπαιδευτών και μαθητών, σε συνδυασμό με τη σκόνη που σηκωνόταν κατά την απογείωση πολύ εύκολα θα μπορούσε να συμβεί το λάθος. Γι ̉αυτό οι εκπαιδευτές, λόγω αυτών των συνθηκών, εμψύχωναν και συμμερίζονταν την αγωνία των μαθητών, κυρίως όταν πετούσαν μόνοι τους. Μέχρι το τελικό σταμάτημα μετά την προσγείωση ήταν χρόνος δύσκολος για κάθε μαθητή σε ένα καινούριο αεροδρόμιο. 

Και τα ατυχήματα στο αεροδρόμιο του Άργους δεν έλειπαν, αλλά υπήρχαν σχετικά ανώδυνα. Τα δυο πιο σοβαρά ατυχήματα  προκλήθηκαν από  «παράβαση» των κανόνων πτήσεως. 

Ο. Ν. Παπαποστόλου, αρχηγός  της όγδοης σειράς, θυμάται: «…Σε μια διατεταγμένη πτήση, για εξάσκηση στα ρολλς (βραδεία περιστροφή περί τον άξονα της πτήσης) έχασα την ταχύτητά μου και λόγω του χαμηλού ύψους δεν μπόρεσα να ανακτήσω άνωση, πέφτοντας καρφωτός κοντά στον Πασσά, 2 χιλιόμετρα ΝΑ του αεροδρομίου. Είχα παρασυρθεί σε συνεχόμενα ρολλς και έχασα ύψος,  που αυτό ήταν η αιτία του δυστυχήματος. Το αεροπλάνο καταστράφηκε και εγώ τραυματίστηκα σοβαρά. Βρέθηκα στο Β’ στρατιωτικό νοσοκομείο Αθηνών, ξαναβρίσκοντας τις αισθήσεις μου μετά από 48 ώρες…» 

Στη δεύτερη περίπτωση ένας δόκιμος υπαξιωματικός, σε ένα από τα πρώτα του «σόλο» με ελάχιστη πείρα, απομακρύνθηκε από την περιοχή πτήσεων περί το αεροδρόμιο του Άργους και πήγε στη Νεμέα όπου το χωριό του, και κάνοντας χαμηλές  διελεύσεις  για επίδειξη, χτύπησε  πάνω σε ένα δέντρο, με αποτέλεσμα να καταστρέψει το αεροπλάνο και να βρεθεί  ο ίδιος κρεμασμένος από τις ζώνες του αλεξιπτώτου πάνω στα κλαδιά του δέντρου. Με κατάγματα μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Ναυπλίου. Αυτές οι επιπολαιότητες – κλασικές παραβάσεις κανόνων πτήσεων, έβαλαν τέλος στις φιλοδοξίες των δύο χειριστών, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στη πατρίδα. 

Το θεαματικότερο, όμως, ατύχημα και ασφαλώς το μοναδικό στο είδος του, είναι εκείνο που έγινε σε μία εκπαίδευση ακροβατικών με έναν μαθητή και τον εκπαιδευτή Α. Αθανασούλα. 

 «…Πετούσα στη μπροστινή θέση και ο δάσκαλος μου επισμηναγός Α. Αθανασούλας μου έκανε έλεγχο στα ακροβατικά. Κάναμε όλοι τη σειρά των ακροβατικών. Σε όλα έμεινε ικανοποιημένος εκτός από τα ρολλ που κατά την ανάστροφη θέση έπεφτε η κεφαλή του αεροπλάνου κάτω από τον ορίζοντα. 

Είναι αλήθεια ότι είχα αυτή την αδυναμία. Το ρολλ ποτέ δεν το κατάφερα πολύ καλά, το έκανα βεβιασμένα. Σε μια στιγμή θέλησε να μου δείξει τη σωστή διόρθωση. Δικό μου το αεροπλάνο – μου είπε στο φωναγωγό – και άφησα το χειριστήριο. 

Χώρος πτήσης πάνω στο Άργος. Άρχισε την περιστροφή (ρολλ) και μόλις φθάσαμε ανάποδα το αεροπλάνο άρχισε να βυθίζετε και έβλεπα το έδαφος να πλησιάζει με ταχύτητα. Τότε ασυνείδητα έπιασα το χειριστήριο και το έβγαλα από την ανάστροφη βύθιση. Βρισκόμενο σε στροφή γύρισα πίσω αλλά η θέση ήταν άδεια. Σκέφθηκα μήπως ο δάσκαλός μου ήταν σκυμμένος αλλά ξαφνικά είδα ένα λευκό όγκο που έπεφτε και κατάλαβα τι είχε γίνει.  

Παρακολούθησα το αλεξίπτωτο και είδα που έπεσε σε ένα λόφο (Άγιος Ηλίας) κοντά σε μία εκκλησία  (προφανώς εννοεί την Παναγία Κατακεκρυμμένη) λίγο έξω από το Άργος. Γύρισα στο αεροδρόμιο ταραγμένος. Έσβησα τη μηχανή και πήγα αμέσως στο Διοικητή Αντισμήναρχο Ξ. Οικονόμου, που παρακολουθούσε τις πτήσεις. Έχασα τον εκπαιδευτή  μου κύριε Διοικητά, έπεσε σε ένα λόφο πού βρίσκεται λίγο έξω από το Άργος. Αφού του έδωσα περισσότερες πληροφορίες για το ατύχημα, πείσθηκε ότι κάτι ασυνήθιστο είχε συμβεί. Διέθεσε το αυτοκίνητο του και πήγε να βρει τον αεροπόρο. Εκείνος, αφού μάζεψε το αλεξίπτωτό του, δέχθηκε τη βοήθεια κάποιου πολίτη της περιοχής, ο οποίος τον ανέβασε πάνω σε μία αγροτική «σούστα» και τον οδήγησε προς το αεροδρόμιο. Η αγωνία του ήταν μεγάλη, αφού δεν γνώριζε την τύχη του μαθητή του. Ψάχνοντας με το αυτοκίνητό του συναντήθηκαν σε κάποιο σημείο επιστροφής. Το συμβάν αυτό έδωσε ένα μάθημα για εκπαιδευτές με μεγάλη  πείρα». 

Στα μέσα Μαρτίου συμπληρώνεται στο αεροδρόμιο του Άργους η βασική εκπαίδευση της ένατης σειράς των Ικάρων. Η κατάληψη της Αλβανίας από τους Ιταλούς τον Απρίλιο του 1939 έδωσε μια μικρή πίστωση χρόνου στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις  να προετοιμαστούν για τον επικείμενο πόλεμο. Η εκδηλωθείσα  Ιταλική επίθεση δεν αιφνιδίασε την ελληνική αεροπορία ούτε και τη σχολή Αεροπορίας, που τη βρήκε κάπως προετοιμασμένη, πλην όμως υπήρχε τεράστια αριθμητική διαφορά σε αεροπλάνα και δυναμικό. Συζητήθηκε δε η εκδοχή συνέχισης του πολέμου εκτός Ελλάδος στο πλευρό της Αγγλικής αεροπορίας με πιλότους που φοιτούσαν στο εκπαιδευτικό κέντρο ιπταμένων του αεροδρομίου Άργους, το οποίο ήταν υπολογίσιμα δυναμικό.


«Την 6η Απριλίου 1941, γράφει ο τότε υφυπουργός Αεροπορίας Π. Οικονομάκος, έκαναν έναρξη της εισβολής τους οι Γερμανοί».  Ο ουρανός της Ελλάδος άρχισε να σκοτεινιάζει  από τα φτερά της ανίκητης μέχρι τότε «Λουφτβάφφε». Η μέχρις εκείνη τη στιγμή δράση της Ελληνικής Αεροπορίας υπήρξε μεγάλη συμβολή  στο νικηφόρο  αγώνα κατά της Ιταλίας, με αποκορύφωμα το ηρωικό κατόρθωμα αεροπόρου, μοναδικού στα αεροπορικά κατορθώματα Έλληνα πιλότου, χειριστή καταδιωκτικών Ρ.Ζ.L. ο οποίος αφού απέμεινε από πυρομαχικά, εμβόλισε εκουσίως το εχθρικό αεροπλάνο και το κατέρριψε. 

Όμως, από το σημείο αυτό της γερμανικής επέμβασης δεν ήταν δυνατό να αμυνθούμε αποτελεσματικά με τα αεροσκάφη που διαθέταμε. Οι Έλληνες αεροπόροι αναδιπλωμένοι  αντιμετώπισαν τη συντριπτικά υπερέχουσα «Λουφτβάφφε». Το Υπουργείο Αεροπορίας προβαίνει σε μία επιβαλλόμενη από τα πράγματα λύση και βγάζει  την από 13-4-1941 Α.Π. Γενική Διαταγή. 

 «Λαβόντες υπ ̉όψιν την δημιουργηθείσαν κατάστασιν, εντελλόμεθα τα κάτωθι: Αι Αεροπορικαί μονάδες, υπηρεσίαι και καταστήματα παραλήπται της παρούσης να μεριμνώσι διά την εν καιρώ αχρήστευσιν παντός υλικού και εφοδίων, να καταστρέψωσιν τα μη μετακινούμενα αεροσκάφη. Άπαντες οι Αξιωματικοί ιπτάμενοι και μηχανικοί υπαξιωματικοί πλην των ορισθησομένων υπό των Διοικητών και Διευθυντών θα αναχωρήσωσι δι’ Εκπαιδευτικόν Κέντρον Ιπταμένων Αεροδρόμιο Άργους…» 

Ο Πρόεδρος Κυβερνήσεως  

Και Υπουργός Αεροπορίας   

ΑΛΕΞ. ΚΟΥΡΟΥΤΗΣ 

Με βάση αυτή τη διαταγή άρχισε η σύμπτυξη των αεροπορικών Μονάδων, που κάτω από τα σφυροκοπήματα  της Γερμανικής Αεροπορίας άρχισε να μετακινείται προς το  αεροδρόμιο του Άργους. Τα εναπομείναντα ελληνικά καταδιωκτικά  εξακολουθούσαν το έργο τους, σε μια καταδικασμένη προσπάθεια να αναχαιτίσουν τη γερμανική «Λουφτβάφφε». Αυτή ήταν η φοβερή Γερμανική Πολεμική Αεροπορία αποτελούμενη από μονάδες βομβαρδισμού «ΓΙΟΥΝΚΕΡΣ 88», «ΧΕΝΚΕΛ 111» καθέτου εφορμήσεως «94-87 (SΤUKAS)»  και διώξεως «109» και «110» καθώς και από μονάδες μεταφορών «Ju 52», συνολικού αριθμού 1000 αεροσκαφών, συγχρονισμένων τύπων, η οποία  ενεργούσε κατά μάζας  επιδρομές απανταχού της χώρας. Έναντι τούτων, η Ελληνική Αεροπορία διέθετε μικρό αριθμό αεροσκαφών  και με τα αεροσκάφη αυτά οι αεροπόροι μας εξακολουθούσαν να μάχονται με αμείωτο ηθικό και δεν σταμάτησαν να μάχονται οι τελευταίοι αυτοί πολεμιστές του έπους της Αλβανίας, παρά μόνο αφού έδωσαν την αερομαχία των Τρικάλων έναντι των Γερμανικών «ΜΕ-109» στις 15 Απριλίου. Φτάνουν με κάθε μέσο τμήμα Μονάδων και αυτόματα μπαίνουν κάτω από τη Διοίκηση του Σμηνάρχου Φίλιππα: 

  Αρ. πρωτ.2953/16-4-41 

  ΔΙΑΤΑΓΗ  

  Τίθημι υπό τας διαταγάς υμών άπαντας τους μετακινουμένους βάσει της υπ ̉αριθ. 2952/Δ/γης Υ.Α. 

Οι ανωτέρω και άπαν το προσωπικόν του υφ ̉υμάς κέντρου  θέλουσι επιβιβασθεί  εις Ναύπλιον  προς μεταφοράν. 

Διά την επιβίβασαν ταύτην θέλετε διατάξει και ενεργήσει τα δέοντα συνεννοούμενοι προς τούτο μετά των υπό του Υπουργείου των Ναυτικών εντεταλμένων αξιωματικών εις τρόπον ώστε να συντελεσθεί αυτή κατά το ταχύτερον και ασφαλέστερον τρόπον. 

Εν περιπτώσει μη υπάρξεως επαρκών πλωτών μέσων , καθορίζω ως κατωτέρω την σειράν προτεραιότητος κατά την επιβίβασιν. α) Αξιωματικοί β) Μαθηταί γ) Μηχανοσυνθέται δ) λοιπαί ειδικότητες ε) λοιπόν προσωπικόν. 

αποδέκται: Εκπαιδευτικόν Κέντρον. 

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ 

Π. ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΟΣ  

Υποστράτηγος 


Η τελευταία αυτή διαταγή που καθόριζε τις προτεραιότητες, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε ανησυχίες και ταραχές, ιδιαίτερα γιατί υπήρχαν άγνοια και αμφιβολίες για τις δυνατότητες μεταφοράς των πλωτών μέσων. Η  πειθαρχία διασαλεύτηκε σοβαρά, ιδιαιτέρα γιατί πέραν από τις ανησυχίες, προθέσεις σκέψεις και αποφάσεις που είχαν αφορμές ή ελατήρια υπηρεσιακά ή ατομικά συμφέροντα, επέδρασαν και άλλοι παράγοντες αντικαθεστωτικών. Ιδιαίτερα κρίσιμη ήταν η κατάσταση, όταν διαδόθηκε στο Άργος ότι η κυβέρνηση με το βασιλιά είχαν φύγει στο εξωτερικό. 

Λίγες ημέρες πριν ολοκληρωθεί η Γερμανική κατοχή στην Ηπειρωτική Ελλάδα, το εκπαιδευτικό κέντρο ιπταμένων στο Άργος προετοιμάζεται για την μεταφορά του στην Κρήτη με δύο πλοία, που βρίσκονταν στο Ναύπλιο. Τα εκπαιδευτικά αεροπλάνα «Αβρό-621» και Μπρεγκέ καταστράφηκαν, αφού τα καύσιμα δεν επαρκούσαν να φθάσουν στην Κρήτη. Αυτή ήταν μια σκληρή πραγματικότητα και οι Ίκαροι δεν μπορούσαν να το καταλάβουν, μια και πετούσαν με τα «Μπρεγκέ» στους ουρανούς της Αργολικής γης. 

Ο Σμήναρχος ε.α. Χάρης Παρασκάκης, σε μια από τις μαρτυρίες του στη ταραγμένη περίοδο  της μαζικής φυγής της Αεροπορίας, περιγράφει τη φυγή ως ακολούθως: 

«Το Αλβανικό με βρήκε δόκιμο Αξιωματικό στη Σχολή Αεροπορίας. Μετακομίσαμε από το Τατόι στο Άργος και αφού ολοκληρώσαμε την εκπαίδευση στο μεγαλύτερο μέρος της, τη Μεγάλη Πέμπτη του ̉41 φύγαμε από το Ναύπλιο για την Κρήτη. Η Αεροπορία και η Σχολή χωριστά από τον Στρατό. Σε άλλα πλοία. Μόλις φθάσαμε στη Σούδα  δεχόμεθα ισχυρό βομβαρδισμό από τα Stukas. Εκεί ο διοικητής μας είπε: «ο σώζων ευατόν σωθήτω!» Εγώ πήγα και χώθηκα  κάτω από έναν βράχο. Την άλλη μέρα μετέδωσαν τα ραδιόφωνα ότι τα Stukas βύθισαν το πλοίο που μετέφερε τους αεροπόρους από το Άργος. Στην πραγματικότητα χτύπησαν το πλοίο που μετέφερε το Στρατό. Έκτοτε οι γονείς μου διαρκούσης της κατοχής, έπαιρναν επίδομα ως θύματα πολέμου. Εγώ δεν μπορούσα να τους ειδοποιήσω. Με διαταγή πήγαμε στη Μέση Ανατολή στην Έρημο του Κασασίν και στη συνέχεια στη Ροδεσία. Εκεί συνεχίσαμε την εκπαίδευση, αφού στο Άργος δεν την ολοκληρώσαμε. Εκεί κάναμε στοιχειώδη εκπαίδευση τεχνικής φύσεως. Ήταν πολύ δύσκολα, όμως μας άρεσε. Αγαπούσαμε το αεροπλάνο». 

Την όλη επιχείρηση συγκέντρωσης των μαθητών και άλλων αεροπόρων την είχε αναλάβει ο Σμήναρχος Στ. Φίλιππας. Το Άργος υπήρξε σημείο εκκίνησης για τη μεγάλη φυγή προς τη Μέση Ανατολή. Η μονάδα της Αεροπορίας είχε δοθεί εντολή να διαλυθεί και να γίνει διανομή του υλικού  στους κατοίκους της περιοχής. Όλα τα υλικά, κρεβάτια, στρώματα, ιματισμό και ό,τι στρατιωτικό υλικό υπήρχε σε χρόνο ρεκόρ! μοιράστηκαν στους Αργείτες. Στην απόφαση αυτή οδηγήθηκε ο φρούραρχος της περιοχής να τα μοιραστούν καλύτερα οι Αργείτες παρά να τα κατασχέσουν και να τα χρησιμοποιήσουν οι Γερμανοί. 

   

Η σχολή πολυβολητών  ασυρματιστών στο αεροδρόμιο του Άργους 


Για την ικανοποίηση των αναγκών της Πολεμικής Αεροπορίας σε πλήρωμα, λειτούργησε η Σχολή Πολυβολητών – Ασυρματιστών, με έδρα το Ελληνικό (Χασάνι). Με την είσοδο, όμως , των Γερμανών και τη ραγδαία κατάρρευση της ελληνικής αμυντικής προσπάθειας, η παρουσία των εκπαιδευτικών αεροπλάνων «ΑΒΡΟ» στο Ελληνικό δεν είχε κανένα πρακτικό σκοπό, αντίθετα αποτελούσαν με τα άλλα αεροπλάνα της RAF  ελκυστικό στόχο των Γερμανών. 

Έτσι, σε εφαρμογή διαταγής  του Υπουργείου Αεροπορίας, ο Διοικητής της Μοίρας Σμηναγός Λουκίδης διέταξε την μεταφορά των έξι εκπαιδευτικών αεροσκαφών στο Αεροδρόμιο του Άργους, όπου εκεί είχε μεταφερθεί και η Σχολή του Κέντρου Εκπαίδευσης Ιπταμένων. Για τη μεταφορά αυτή ανταποκρίθηκαν πέντε υπαξιωματικοί πιλότοι, οι Γαλανόπουλος Δ., Φράγκος Ν., Καβουρίνος Ν., Πολυμέρης Δ. και Παναγουλάκης Ηλ., και ο έφεδρος επισμηνίας Αδοσίδης. 

Πέταξαν Μεγάλη Πέμπτη, την ώρα που σε άλλους χώρους του αεροδρομίου καταστρέφονταν και καίγονταν υλικά από αποθήκες που δεν έπρεπε να πέσουν στα χέρια του εχθρού. Όταν προσγειώθηκαν στο αεροδρόμιο του Άργους, πληροφορηθήκαν ότι υπήρχε εντολή να καούν όσα αεροπλάνα και υλικά δεν μπορούσαν να μεταφερθούν. Η είδηση αυτή γέμισε πικρία  τους έξι πιλότους, που τα είχαν μεταφέρει στο Άργος και είχαν αποφασίσει να τα διασώσουν, μεταφέροντας τα στην Κρήτη. 

Χαράλαμπος Μαυρίδης 

Αξιωματικός Πολεμικής Αεροπορίας 

«Αργειακή Γη», Επιστημονική και λογοτεχνική έκδοση του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Άργους, Τεύχος 3, Δεκέμβριος 2005. 

  

Βιβλιογραφία 

Ηλία Δ. Καρταλαμάκη,  Η αεροπορία στον πόλεμο του 1940, Αθήνα 1990. 

Έκθεσις της πολεμικής ιστορίας των Ελλήνων. 

Εφ. «Καθημερινή» Επτά ημέρες,  «Πολεμική Αεροπορία 1951-1944»,  14 Νοεμβρίου 2004. 

Στρατιωτική Ναυτική – Αεροπορική Εγκυκλοπαίδεια.

Τρίτη 28 Αυγούστου 2012

Tutorial Using Wireshark

Tutorial Using Wireshark

Κυριακή 26 Αυγούστου 2012

How to Hack a Web Site


How to Hack a Web Site
In this first lecture of the Fall 2010 series, Dr. Loveland and her special guest Eve Hacker take you on a precautionary journey regarding computer security, with a talk entitled "How to Hack a Web Site".

Τετάρτη 15 Αυγούστου 2012

Η έννοια της αιτιότητας και η προσέγγισή του Αριστοτέλη και του Χιούμ

Καταρχήν, πριν ξεκινήσουμε την ανάλυσή μας με τις προσεγγίσεις του Αριστοτέλη και του Hume στο ζήτημα της αιτιότητας είναι αναγκαίο να κατανοηθεί η έννοια αυτής. Όταν κάποιος κάνει λόγο για αιτιότητα αναφέρεται στη σχέση μεταξύ αιτίας και αποτελέσματος, δηλαδή στο πως κάτι επιδρά στο διπλανό του. Η έννοια της αιτιότητας είναι παλαιότερη του Αριστοτέλη, την συναντούμε ήδη στον φιλόσοφο Αναξίμανδρο από τη Μίλητο ο οποίος σημειώνει: «όλα τα πράγματα πληρώνουν ανάμεσά τους ποινή και αποζημίωση για την αδικία που παθαίνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα». Μέσα από την μελέτη της αιτιότητας κερδίζουμε γνώση, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο για την απόκτηση δύναμης πάνω στη φύση. Εάν δηλαδή γνωρίζουμε τα αίτια κάποιων ανεπιθύμητων γεγονότων που διαδραματίζονται στη φύση, όπως πυρκαγιές, πλημμύρες ή σεισμοί μπορούμε να προσπαθήσουμε να τα αποτρέψουμε από το να συμβούν.

Τη συζήτηση γύρω από την αιτιότητα τη διακρίνουμε σε δύο μέρη, το ένα είναι το μεταφυσικό και το άλλο, το γνωσιολογικό. Το πρώτο μέρος είναι η φύση της σύνδεσης ανάμεσα στην αιτία και του αποτέλεσμα. Η απάντηση δηλαδή στο ερώτημα πώς η αιτία θα φέρει το αποτέλεσμα. Το δεύτερο κομμάτι είναι το επιστημονικό μέρος το οποίο ασχολείται με το ερώτημα εάν και κατά πόσο είναι δυνατή η αιτιακή γνώση. Κι αν τελικά αυτή είναι δυνατή με ποιο τρόπο μπορεί να αποκτηθεί.


Προσέγγιση του ζητήματος της αιτιότητας από τον Αριστοτέλη

Εκείνος που έθεσε τις βάσεις του αιτίου και του αιτιατού ήταν ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.). Η έννοια της αιτιότητας αποτελεί ένα από τα κεντρικότερα ζητήματα που ασχολείται ο Αριστοτέλης στα βιβλία του Φυσικά αλλά και Μετά Φυσικά. Για τον Αριστοτέλη κάθε γεγονός έχει και μια αιτία και η γνώση των αιτιών αυτών είναι επιστήμη. Στο Β’ βιβλίο του στα Φυσικά αναφέρει ότι για οποιοδήποτε αποτέλεσμα είναι αναγκαία τέσσερα αίτια φυσικών
διαδικασιών από τα οποία κανένα ποτέ δεν είναι επαρκές από μόνο του. Συνοπτικά τα τέσσερα αυτά αίτια είναι : το υλικό αίτιο που αφορά την ύλη από την οποία αποτελείται ένα αντικείμενο, το ποιητικό αίτιο το οποίο αναφέρεται σε εκείνο που δημιούργησε το αντικείμενο, το ειδικό ή μορφικό αίτιο που είναι το είδος ή η μορφή του αντικειμένου και το τελικό αίτιο το οποίο αναφέρεται στο σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε κάτι.

Για να κατανοηθούν καλύτερα τα τέσσερα αίτια που παρουσιάζει ο Αριστοτέλης είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν παραδείγματα. Έστω ότι το παράδειγμά μας είναι το αποτέλεσμα της δημιουργίας ενός τραπεζιού. Το υλικό αίτιο στην περίπτωση αυτή θα είναι το υλικό από το οποίο έχει φτιαχτεί το συγκεκριμένο τραπέζι (γυαλί, ξύλο, μέταλλο). Το ποιητικό αίτιο θα είναι ο επιπλοποιός, ο άνθρωπος δηλαδή που κατασκεύασε το τραπέζι. Ειδικό ή μορφικό αίτιο είναι η μορφή, το σχήμα ακόμα και το χρώμα που χαρακτηρίζει την ιδιαιτερότητα του τραπεζιού αυτού. Το τελικό αίτιο έχει να κάνει με το σκοπό, το λόγο για τον οποίο δημιούργησε ο τεχνίτης το τραπέζι αυτό. Θα μπορούσε έστω στο συγκεκριμένο παράδειγμα να είναι το τελικό αίτιο η εκτέλεση μιας παραγγελίας ή η χρησιμοποίηση του τραπεζιού στο σπίτι του επιπλοποιού για την τοποθέτηση του φαγητού. Αυτό το παράδειγμα αντιπροσωπεύει τη λειτουργία των αιτιών στις ανθρώπινες δημιουργίες.

Στρεφόμενοι στα έργα της φύσης αντιλαμβανόμαστε ότι γίνεται επιτακτικό το ερώτημα γύρω από τη λειτουργία αλλά και παρουσία του τελικού αιτίου. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης είναι αυτό του βελανιδιού που πέφτει στο έδαφος και με τις κατάλληλες συνθήκες, όπως το φως του ήλιου και η θρέψη της γης το βοηθούν να εξελιχθεί σε βελανιδιά. Ο Αριστοτέλης λέει εδώ πως το βελανίδι κρύβει μέσα του τη βελανιδιά, μέσα του ο σπόρος δηλαδή, περιέχει το σκοπό. Η εξέλιξη του σπόρου σε βελανιδιά είναι την ίδια στιγμή τελικό αλλά και μορφικό αίτιο, καθώς η μορφή η τελική του, είναι να γίνει βελανιδιά όπως και ο προορισμός του.

Αν ο σπόρος ήταν παρμένος από ένα καλαμπόκι, που θα το φύτευε και θα τον έθρεφε ο άνθρωπος, θα καταλήγαμε με ένα διαφορετικό τελικό προϊόν, ένα καλαμπόκι. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, το τέλος που πρόκειται να επιτευχθεί και η μορφή που πρόκειται να πάρει ο σπόρος καθώς θα αναπτυχθεί βρίσκονται εκεί από την αρχή, μέσα στο σπόρο, που με την απαραίτητη φροντίδα εξελίσσεται σε ένα ώριμο φυτό. Δεν είναι ενεργητικά παρόντα, γιατί ειδάλλως το βελανίδι θα ήταν βελανιδιά. Είναι όμως δυνητικά παρόντα (εν δυνάμει βελανιδιά). Η διαφορά βρίσκεται στη δυνατότητα που υπάρχει στο σπόρο και συντελεί ώστε το ένα σπέρμα να εξελιχθεί με έναν τρόπο και το άλλο σπέρμα να εξελιχθεί με έναν άλλο. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι η «εντελέχεια» του ενός σπέρματος είναι διαφορετική από την «εντελέχεια» του άλλου. Είναι αυτό που σήμερα ονομάζουμε γενετικό κώδικα στο σπέρμα ο οποίος του δίνει μια σειρά από οδηγίες για την ανάπτυξη και την εξέλιξη του, η όποια διαφέρει από τη σειρά οδηγιών που δίνεται από τον γενετικό κώδικα στο άλλο σπέρμα. 

Ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι η γνώση του σκοπού της λειτουργίας πολλών πραγμάτων είναι αναγκαία ώστε να καταλάβουμε την λειτουργία τους. Για να εξηγήσουμε κάτι όπως το γιατί ένα εργαλείο είναι φτιαγμένο με ένα συγκεκριμένο τρόπο, θα πρέπει να αναζητήσουμε το σκοπό του εργαλείου, ποια είναι η λειτουργία του. Στον κόσμο του Αριστοτέλη δεν υπάρχει τίποτε το τυχαίο, αλλά όλα είναι οργανωμένα και έχουν κάποιο σκοπό. Κάθε πράγμα εξελίσσεται ώσπου να φτάσει στο τέλος που του καθορίζεται από τη φύση.

Ο Αριστοτέλης δεν δέχθηκε το ενδεχόμενο της αρχής του σύμπαντος, ότι δηλαδή προέκυψε μια δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς ήταν υπέρμαχος της αντίληψης ότι τίποτα δεν δημιουργείται από το μηδέν. Το σύμπαν για εκείνον είναι αιώνιο, μια τεράστια σφαίρα την οποία την χωρίζει ένα σφαιρικό κέλυφος όπου είναι τοποθετημένη η Σελήνη στα δυο. Ο Αριστοτέλης πίστευε ακόμη, πως η φύση ενός πράγματος αποτελεί την εσωτερική πηγή του χαρακτήρα και της συμπεριφοράς του, καθώς και κύριο αίτιο των μεταβολών που μπορεί να υποστεί. Τα πάντα είναι αποτέλεσμα της φύσης, τίποτα δεν έχει τυχαία ή τεχνητή προέλευση. Εφόσον λοιπόν για την φυσική μεταβολή όλων των πραγμάτων καθοριστικός παράγοντας είναι η φύση τους, είναι επόμενο η μελέτη της να παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Στην περίπτωση που τα πάντα βρίσκονταν στον φυσικό τους τόπο και καμιά εξωτερική δύναμη δεν εφαρμοζόταν στα πράγματα, τότε φαίνεται κατά τον Αριστοτέλη ότι ο κόσμος θα παρέμενε στάσιμος, αυτό όμως δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει καθώς όλα τα φυσικά πράγματα βρίσκονται πάντοτε σε κατάσταση μεταβολής. Εδώ εντοπίζεται και ο πραγματικός δυναμισμός του αριστοτελικού κόσμου, στη φύση του αντικειμένου και όχι στην τοποθεσία του. Αυτό αποτελεί και το κεντρικό αντικείμενο σπουδών στη φυσική φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Η φύση είναι εσωτερική πηγή μεταβολών που πραγματοποιήθηκε σε κάθε φυσικό σώμα.

Ο Αριστοτέλης υποστήριξε την ανάγκη για σαφής διάκριση ανάμεσα στη κατανόησης ενός γεγονότος και στη κατανόησης του λόγου για τον οποίο συνέβη. Γι αυτό χρησιμοποίησε τις λέξεις διότι και αιτία, αν και τα δύο είδη προέρχονται μέσα από παραγωγικό συλλογισμό, εντούτοις μόνο το τελευταίο μπορεί να χαρακτηριστεί επιστημονικό καθώς είναι το μόνο που συνδέεται με τη γνώση των αιτιών. Αξίζει να αναφέρουμε με παράδειγμα τις περιπτώσεις παραγωγικού συλλογισμού που αναφέρονται στα Αναλυτικά Ύστερα: Α:Οι πλανήτες δεν ακτινοβολούν. Ό,τι δεν ακτινοβολεί είναι κοντά. Συνεπώς οι πλανήτες είναι κοντά. Β: Οι πλανήτες είναι κοντά. Ό,τι είναι κοντά δεν ακτινοβολεί. Άρα οι πλανήτες δεν ακτινοβολούν. Πρόκειται για δυο συλλογισμούς που και οι δύο αποτελούν επιχειρήματα της μορφής ( Α=Β και Β=Γ, Άρα Α=Γ). Η διαφορά τους βρίσκεται στο μέσο όρο που παραθέτει μια αιτία. Αυτό που αναζητείται είναι ο αιτιακός σύνδεσμος ενώνει το Α και το Γ.  Αριστοτέλης τονίζει ότι τα επιχειρήματα θα πρέπει να έχουν μια ασυμμετρία. Βέβαια για εκείνον μία πλήρης αιτιακή εξήγηση πρέπει να αναφέρει και τις τέσσερις αιτίες.



Προσέγγιση του ζητήματος της αιτιότητας από τον Ντέιβιντ Χιούμ


Ο Ντέιβιντ Χιούμ (1711-1776) υπήρξε η πιο διακεκριμένη μορφή του σκοτσέζικου πολιτισμού. Διπλά εμπειριστής ο ίδιος άσκησε τεράστια επίδραση και προκάλεσε μεγάλη αναταραχή στους κόλπους της φιλοσοφίας με το βάθος των προβλημάτων που έθεσε. Θεωρούσε ότι η φιλοσοφία είναι εμπειρική επιστήμη και ότι όλα τα ακατέργαστα προϊόντα της σκέψης και της αντίληψης προέρχονται από την αισθητηριακή εμπειρία και συνδέονται μεταξύ τους με συσχετισμούς που συνηθίζουμε να κάνουμε. Από την πείρα μας συνδέουμε το κρύο με τον πάγο και τη ζέστη με τη φωτιά. Εάν όμως δεν είχαμε το βίωμα της ζέστης, τότε δε θα ήταν δυνατό για το νου να συναγάγει το συμπέρασμα ότι η φωτιά παράγει θερμότητα. Η φιλοσοφία του Χιούμ χαρακτηρίζεται ως περιγραφική ψυχολογία. Χρησιμοποιεί τη θεωρία των συνειρμών την οποία δανείζεται από τον Χάρτλεϊ και την επεξεργάζεται κατάλληλα για να καταλήξει στα συμπεράσματά του. Ο νους του ανθρώπου έχει ένα είδος «φυσικής τεμπελιάς» και βασιζόμενος στις πιο εμφανείς ομοιότητες των αισθητηριακών εμπειριών προχωρά σε κατηγοριοποίηση και ταξινόμησή τους αδιαφορώντας για επιμέρους χαρακτηριστικά. Σε συνδυασμό με τη συνήθεια που παίζει βασικό ρόλο προχωράει σε συσχετισμό των ιδεών.


Η σημαντικότερη συνεισφορά του Χιουμ αφορά την αποκαθήλωση της σχέσης αιτιότητας. Γνωρίζοντας ότι στη βάση της αιτιότητας στηρίζεται η βεβαιότητά μας για τον κόσμο, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η αμφισβήτηση που πρόβαλε ο Χιουμ στην έννοια αυτή, προκάλεσε ισχυρό χτύπημα στα θεμέλια της γνώσης. Αρχικά, ας δούμε ποιές είναι οι τρεις συνθήκες για τη λειτουργία όλων των αιτιών: α) η συνάφεια στο χώρο και στο χρόνο, β) η προτεραιότητα στο χρόνο της αιτίας, ότι δηλαδή, πρώτα λαμβάνει χώρα η αιτία και κατόπιν ακολουθεί το αποτέλεσμα και γ) η σταθερή σύζευξη αιτίας και αποτελέσματος, ότι κάθε φορά που θα χτυπάω μια μπάλα σε μια άλλη, θα συμβαίνει πάντοτε το ίδιο. Η τρίτη συνθήκη είναι ιδιαιτέρως σημαντική, καθώς από μόνη της η διαδοχή γεγονότων δεν είναι αρκετή για τη θεμελίωση αιτιακής σχέσης. Η νύχτα διαδέχεται τη μέρα, δεν σημαίνει όμως απαραίτητα ότι η νύχτα είναι αιτία της μέρας.

Αυτό που ονομάζεται αναγκαία σχέση, για τον Χιουμ αποτελεί απλώς μια γενίκευση προγενέστερων εμπειριών. Παρ’ότι γνωρίζουμε και είμαστε βέβαιοι για την ισχύ ενός φυσικού νόμου, όπως είναι η θερμοκρασία στην οποία εξατμίζεται το νερό, καθώς όσες φορές έγινε το συγκεκριμένο πείραμα παρατηρήθηκε το ίδιο φαινόμενο, εντούτοις δεν μπορεί να ισχύει εξίσου για το μέλλον. Η ψυχολογική μας προδιάθεση στηριζόμενη στη συνήθεια και την παρατήρηση επαναλαμβανόμενων φαινομένων στο παρελθόν μας οδηγεί να πιστεύουμε ότι η φύση λειτουργεί ομοιόμορφα. Η σχέση αιτίας και αποτελέσματος είναι μια ψυχολογική σχέση, εφόσον ακόμα και μια διατύπωση ενός φυσικού νόμου στηρίζεται σε παρατηρήσεις ανθρώπων κατά το παρελθόν, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι αν το φαινόμενο αλλάξει τελικά στο μέλλον.

«Υπάρχουν τέσσερα σημαντικά σημεία στην πρωτότυπη σημεία στην ανάλυση της αιτιότητας από τον Χιούμ. Μπορούν να διατυπωθούν ως εξής:

1. Ούτε η λογική ούτε η εμπειρία επιτρέπει να υποστηρίξουμε ότι το μέλλον θα μοιάζει με το παρελθόν.
2. Η αιτία και το αποτέλεσμα πρέπει να είναι διακριτές υπάρξεις, που η καθεμιά να μπορεί να συλληφθεί χωρίς την άλλη
3. Η αιτιακή σχέση αναλύεται με όρους γειτνίασης, προτεραιότητας και σταθερής σύνδεσης.
4. Το ότι κάθε έναρξη ύπαρξης έχει μια αιτία δεν αποτελεί αναγκαία αλήθεια.

Η κάθε μια από αυτές τις αρχές μπορεί να απομονωθεί από τον ψυχολογικό μηχανισμό εντυπώσεων και ιδεών στον οποίο είναι ενσωματωμένη η πραγματική περιγραφή του Χιουμ. Καθεμιά εξ αυτών δικαιούται, και έχει υποβληθεί σε, εξονυχιστική φιλοσοφική εξέταση. Κάποιες από αυτές υπέστησαν, την ερευνητική κριτική του Καντ, ενώ άλλες τροποποιήθηκαν ή απορρίφθηκαν από πιο σύγχρονους φιλοσόφους. Όμως, η ατζέντα της συζήτησης για την αιτιακή σχέση παραμένει μέχρι σήμερα όπως την όρισε ο Χιούμ»


Αν και εκ διαμέτρου διαφορετικές οι προσεγγίσεις του ζητήματος της αιτιότητα από τους δυο φιλόσοφους τον Αριστοτέλη και τον Χιούμ, οι προτάσεις και των δυο επηρέασαν τη σκέψη και τις θεωρίες πολλών μεταγενέστερων φιλόσόφων τους και δημιούργησαν ακραία και αντίθετα ρεύματα όπως εκείνα του ντετερμινισμού και της απροσδιοριστίας. Οι απόψεις του Αριστοτέλη έγιναν οι περισσότερες αποδεκτές στα μετέπειτα χρόνια και κυρίως κατά το Μεσαίωνα. Κυρίως έγινε αποδεκτό ως απόλυτο ποιητικό αίτιο ο Θεός. Η Αριστοτελική αρχή της αιτιότητας επικράτησε αρκετά στη φιλοσοφική σκέψη μέχρι να την υποβάλλει σε αυστηρή κριτική, να την απομυθοποιήσει και να την αναγάγει στην ψυχολογική της διάσταση, από την μεριά των ανθρώπων ο Χιουμ.

Πηγή:
Η έννοια της αιτιότητας και η προσέγγισή του Αριστοτέλη και του Χιούμ